Saturday, September 22, 2007

Eίμαι κουρασμένος


(Νεκρός μπροστά σας?)

Στιγμές του καθρέφτη

Ατενίζουν το σαλεμένο παρόν

Με μια αηδιαστική απάθεια

Σαν τα τραγούδια δίχως κοινό

Σαν τα αστεία δίχως γέλιο

Μικρά ‘’ποτέ’’ αγκαλιάζουν τα χαμόγελα

Και πλημμυρίζουν τα σοκάκια των βλεφάρων

Με το πιο πικρό υγρό

Λουλούδια μοναξιάς φυτρώνουνε στον κήπο

Της ζωής

Μια απέραντη ομορφιά αηδιαστικής αντίθεσης

Η συνομωσία της ουσίας

Ο τερματισμός του απέραντου

Και τα πιο σκοτεινά σου αγγίγματα

Απορροφούν την δίνη

Της μικρής αγάπης

Εις των ονείρων την γειτονία

Πρόσωπα

Άσχημα και άμορφα

Κοιτάνε το χαρακωμένο γκρι

Και σαλεύουν σαν αυτόματοι χορευτές

Επάνω στην πίστα χορού της μοναδικότητας

Και στο τέλος

Πιωμένος και αφημένος σε μια γωνία

Ζωγραφίζω με το δάχτυλο μου

Σκέψεις και το πρόσωπο σου

Στο πιο βρώμικο σημείο

Γιατί όσο και να έψαξα

Δεν παύει να ναι ένα αλυσοδεμένο αστείο.

1 comment:

Anonymous said...

Σκύβω μελαγχολικά το κεφάλι.
Σωπαίνω.
Παγιδευμένη στα γκρίζα ντουβάρια.
Τίποτα δεν με αγγίζει.
Απάθεια σε όλο της το μεγαλείο.
Απέχθεια για ότι με περιτριγυρίζει.
Άδεια, ανούσια και πληκτική ζωή.
Απροσδιόριστες μορφές αγάπης.
Ξετυλίγονται στο τώρα..
Κρύβονται πίσω από ψεύτικα χαμόγελα .
Με τσακίζει η μονοτονία και οι παροδικές στιγμές ευτυχίας.
Μαγνητικός πόλος ανθρώπινης μοναξιάς.
Με καταπλακώνει το βάρος της αλήθειας.
Άγγιξα το απόλυτο κενό.
Το ΤΙΠΟΤΑ.
Αδύναμη νιώθω, 3απλώνω.
Κι όμως είσαι ακόμη εδώ μαζί μου.
Με συνοδεύεις στα όνειρα μου.
Πετάμε, ξεπερνώντας τα όρια της λογικής.
Με κοίτα3ες στα μάτια.
Έστα3ες μέσα μου το οξύ σου.
Σαν να ήθελες να με αφανίσεις.
Μπορώ να ζω και χωρίς εσένα.
‘Όμως.
Έλα πάλι αύριο.