Friday, December 21, 2007

Echoes

Σαν στάλα ήχου στο στόμα σου να γείρω

Να γίνω ψέμα στο κορμί μου

Μια μέρα μακρινή σε ένα δωμάτιο σκοτεινό

Ιδρωμένες λέξεις

Στον μαραθώνιο των ψυχών και της αγάπης

Καταρρέουν άξαφνα

Και λιώνουν σαν μελάνι στο χαρτί


Σαν φυτίλι στην βόμβα της ησυχίας

Μια μαχαιριά ευσπλαχνίας

Πάντα πετούσα μοναχός

Οι νύχτες σαν ρολόγια χωρίς δείκτες

Αστέρια δίχως λάμψη

Ανακόλουθες κατατονικές υπάρξεις

Ξεψυχούν

Αργά-αργά

Γλιστρώντας ανέμελα και ουρλιάζοντας

Πάνω στις ριπές του παρόντος

Στη σφαίρα του ‘’τότε’’

Σαν μηδενική στιγμή σε μια γυάλα μηδενικής ροής


Σαν αναπνοή στο νερό

Πανικόβλητοι

Αστεϊσμοί

Μικρά παιδιά στη στέρνα των ζώων

Μια φτώχια ψυχική

Μικρά πρόσωπα σε ένα κελί φτιαγμένο

Από μένα για μένα

Μικρά πρόσωπα στην χαραυγή του νου

Ξυστά περνούν τα δάχτυλα

Από σένα


Σαν βήχας ετοιμοθάνατου

Στο κρεβάτι του πόνου

Ικέτης ξεψυχώ

Ικέτης δε μπορώ

Ζωντάνεψα και επιτηρώ

Με γεννήσαν στάλα-στάλα

Το βράδυ κέρμα στο δοχείο

Το πρωί ενοίκιο

Στο ψυχικό πανδοχείο


Σαν κούφια προσευχή

Θεοί

Μικροί

Θεοί αστείοι

Θεοί

Ανθρώπινοι


Να πέσω να κοιμηθώ

1 comment:

Anonymous said...

Τι και αν προσπαθήσω να πετάξω?
Πληγές προσθέτεις, στις ήδη πληγές μου.
Με τη δύναμη να ανοίξω τα φτερά μου?
Κουρελιασμένες αναμνήσεις στα πρόθυρα πανικού.
Κείτονται προβληματισμένες.
Κοροϊδευτικά χαμογελούν.
Μου ψιθυρίζουν προσβολές.


Τι και αν προσπαθήσω να κοιτάξω?
Κοτλέ όνειρα συμβιβάζονται.
Τις τσέπες μου γεμίζουν.
Κρατάνε συντροφιά σε παλιά σκουπίδια και αποδείξεις.
Με βαραίνουν.
Ένα βήμα πριν την κατάρρευση.


Δεν έχω στίχο να με κρύψει.
Παραισθήσεις μπερδεύουν τα ξύσματα μιας χαμένης ζωής.
Ένα γκαζάκι με έσωσε αυτή την φορά.
Στα τελευταία του και αυτό.
Παρατηρούσα την προσπάθεια του να μείνει στην ζωή.
Και ας ήξερα το τέλος.
Και όλο στέρευε η φλόγα του.
Μέχρι που έσβησε.


Όχι, μην με κοιτάξεις στα μάτια.
Φοβάμαι πως δεν υπάρχει τίποτα εκεί να δεις.
Όχι, μην με κοιτάξεις στα μάτια.
Μην με κοιτάξεις στα μάτια.
Στα μάτια.
Κοίτα με.