Sunday, April 26, 2009

Δεν ειναι η έμπνευση μια πόρνη

Το πως αρχίζει μια στιγμή περιγράφεται από στιγμές

και δυο χιλιάδες νήματα στριφογυρίζουν

σε καταστάσεις ηλιθιότητας

σε πλέγματα ευτυχίας

απ'τη στιγμή που νιώθεις την αναπνοή σου να κόβεται

να την αναζητάς σε ζαλάδες

σε πραγματικότητες που δεν υφίστανται

να φτιάχνεις γυάλινους κόσμους

απλα για να υπάρχουν

και όχι για να άρχουν

συνδεδεμένες οι φλέβες σου με τα αστέρια

στο υπερφυσικό

οι μαύρες τρύπες αναζητούν νοήματα

δηλώνουν ψεύτικα σχήματα

και οι γωνίες του προσώπου

δεν είναι εμφανείς

το αίμα ψάχνει ορισμό

μεταφυσικό

είναι ιδέα, είναι σχήμα, είναι αλλόφρων

είναι ο σκληρός απόηχος της λέξης

''φεύγω''

όποιος και να το πει

σε όποια κατεύθυνση κι αν πάει

βαλλιστικές εκπυρσοκροτήσεις

δεν υπάρχουν

εξαναγκασμός

ο ιδρώτας με κατεύθυνση το σώμα μας

και ο έρωτας σημάδι σε σημάδια

μια ζωή, λουλούδι

δεν είμαι ποιητής

δεν ψάχνω ποιητές

δεν ψάχνω ζητιάνους συναισθημάτων

δεν είμαι συναίσθημα

δεν είμαι αυτό που νομίζεις οτι είμαι

στα ίδια μας τα χέρια

θυμίζουνε οι πράξεις μας

γυάλινα μαχαίρια

Monday, April 20, 2009

Μυρωδιές

Τι αντικρίζεις οταν κοιτάς τα μάτια μου

ενδίδεις στην μοναξιά

τα αστέρια που θρηνούν στα θαρραλέα σου χέρια

γλιστράνε θαρρώ τα χείλη σαν γυαλιά

σπάνε σαν λέξεις πορσελάνινες

ο θίασος της τρέλας

με ηχητικό ντοκουμέντο

την κάθε σου θλίψη

οταν εσύ πονούσες, οταν εσύ θρηνούσες

την κάθε σου απώλεια

ένα παλιό πικάπ

με μυρωδιά βελανιδιάς

να μύριζε σαν το σώμα σου

το δέρμα σου, ευχάριστη σαν άνοιξη

γλιστράνε

οι λέξεις

στα βρεγμένα σου τα χείλη

χτυπιούνται, χτυπιούνται

ο ήχος δεν ξεχνιέται

κι στα παραθυρόφυλλα οι σκιές

ραγίζουν τις αχτίδες της σελήνης


Πως να ναι πια η φωνή σου

μάταια σαν ελπίδα

έτοιμος από καιρό

γερασμένη με συγκίνηση

σαν τελευταία απόλαυση

σαν παλιό κρασί

πως να ναι πια το δέρμα σου

να είναι γερασμένο

να είναι σαν τα πέταλα, με συγκίνηση

που χρίζουν τον αέρα με το άρωμα αυτό

με μουσικές εξαίσιες

η κάθε πλάνη στο μυαλό σου

να στάζει

μη γελαστείς και κλάψεις

δεν απατήθηκες ποτέ

πως να ναι πια η ανάσα σου

στυγνή και γοερή

σαν χάος, σαν παρακάλια

κι μην στριγλίζεις, μες στα μεσάνυχτα

μα μην φιμώνεις τα δάκρυα στο σεντόνι

γιατι θαρρώ βρεγμένο μένει