Τι αντικρίζεις οταν κοιτάς τα μάτια μου
ενδίδεις στην μοναξιά
τα αστέρια που θρηνούν στα θαρραλέα σου χέρια
γλιστράνε θαρρώ τα χείλη σαν γυαλιά
σπάνε σαν λέξεις πορσελάνινες
ο θίασος της τρέλας
με ηχητικό ντοκουμέντο
την κάθε σου θλίψη
οταν εσύ πονούσες, οταν εσύ θρηνούσες
την κάθε σου απώλεια
ένα παλιό πικάπ
με μυρωδιά βελανιδιάς
να μύριζε σαν το σώμα σου
το δέρμα σου, ευχάριστη σαν άνοιξη
γλιστράνε
οι λέξεις
στα βρεγμένα σου τα χείλη
χτυπιούνται, χτυπιούνται
ο ήχος δεν ξεχνιέται
κι στα παραθυρόφυλλα οι σκιές
ραγίζουν τις αχτίδες της σελήνης
Πως να ναι πια η φωνή σου
μάταια σαν ελπίδα
έτοιμος από καιρό
γερασμένη με συγκίνηση
σαν τελευταία απόλαυση
σαν παλιό κρασί
πως να ναι πια το δέρμα σου
να είναι γερασμένο
να είναι σαν τα πέταλα, με συγκίνηση
που χρίζουν τον αέρα με το άρωμα αυτό
με μουσικές εξαίσιες
η κάθε πλάνη στο μυαλό σου
να στάζει
μη γελαστείς και κλάψεις
δεν απατήθηκες ποτέ
πως να ναι πια η ανάσα σου
στυγνή και γοερή
σαν χάος, σαν παρακάλια
κι μην στριγλίζεις, μες στα μεσάνυχτα
μα μην φιμώνεις τα δάκρυα στο σεντόνι
γιατι θαρρώ βρεγμένο μένει
1 comment:
;)
Post a Comment