Thursday, October 27, 2011

inception.


Πνιγμένος μες στη θάλασσα, για όνειρα
δεν είναι πια ο πηγαιμός, μα για θαλάσσιες υαίνες
για τις ακίδες πια ,της θάλασσας ο καημός
σκληραίνει και καρφίτσα γίνεται
στο σώμα σου κι αν ποτάμια σχηματίζονται
κι αν ραγάδες, πια δεν γίνονται τα μάτια σου αστέρια.
σελήνης φλεγομενης, της αντίπερα σου όχθης
φωτιές ανάβουν
και εγω δεν είμαι πια στο σώμα μου, υγρός
μα πλέω μες στον κόσμο, στο ζωντανό νερό, 
φτιαγμένος από γαλάζια όνειρα, σφυγμούς,
με μια συσπειρωμένη μου κραυγή χάνομαι στην καταιγίδα
για να ξαναγυρίσω, δεν θέλω να επιζήσω,
ει δυνατόν, να αφήσω την τελευταία πνοή,
στο μητρικό μου ύδωρ πίσω, δίχως το δισταγμό, δίχως τις θλιβερές συνέπειες.

Τι κι αν μ' καημούς, με σπαραγμούς,
λυγίζει το πρόσωπο σου, αντίβαρο στο χαμόγελο σου
να ξέρεις πως γυρνώ, να ξέρεις πως το χαμόγελο,
δεν είναι σφιχτά δεμένο πια στους δείκτες
δεν ξέρεις πια πως, ανατριχίλα κρύβεται στο κάθε σύρσιμο
της ωρολογιακής ευθείας
να ανατινάζονται, δυο χιλιάδες θύλακες φαντασίας
βρε, τρέμω, βρε συθέμελα
κι ας είμαι γω, κι ας είμαι γω Οδυσσέας
ποια, να ναι αυτή που την φωνάζουν πια Ιθάκη.

(και τώρα ξαναδιάβασε μόνο τα κόκκινα)

Monday, October 24, 2011

για το γαμώτο που δεν έζησα.



στις στάσεις αυτές, κολλάνε φύλλα στα χέρια ανθρώπων
πια βρεγμένα, πια χαρακωμένα απ'τις λάσπεις
μονάχα, οι ρυτίδες τους, μικρές φωτιές στα γκρίζα
φλέγματα του περιχαρακωμένου γκέτου
του ανθρώπου
στις ρόδες, στις χαρακιές των κουτιών μάζας
συνωστίζονται τα χρώματα και αφήνουν
σύνορα και χώρες και ιστορίες
και σφηνώνονται, στις ρόδες και γυρίζουν
γυρίζουν, και γυρίζουν

Δεν έχει ο προορισμός μου πια σημασία, 
δεν κλείνομαι γω μέσα,
δεν κλείνω πια τα μάτια, μετά απο κάθε στάση
''Ευαγγελισμός, Κάραβελ'', κι επαναλαμβάνεται η δουλειά
''Κολωνάκι'', μια ιστορία.
να σφίγεται ο λαιμός μου, τα σώψυχα μου,
και αυτά να γυρίζουν, γυρίζουν
κι ας γίνονται με μιας, δουλειά μιας μέρας
για αυτά τα μηχανήματα που διώχνουν τα σημάδια

στο λεωφορείο μέσα, να αφήνεις τις δυνάμεις σου
κι ας φλέγεσαι, κι ας γίνεσαι καπνός, ας γίνεται ο ουρανός
μικρός τιτάνας, στα κόρμια σου πάνω, αν οι στάχτες
αφήσαν μικρές γαίες να γρυλίζουν, να βρίζουν
την μοίρα και την ώρα, την κατακεραυνωμένη ματιά των γυναικών
που σ'αφησαν να φύγεις, που κλείσαν μια πόρτα,
που κλείσαν, τους δείκτες των ρολογιών.

Monday, October 10, 2011

CO2+H2O-C6H12o6+O2


Σε αυτά τα μέρη, ροδακινίζουν οι σταγόνες της βροχής
απο απόσταγμα σε απόσταγμα
κι απο σταλαγματιά σε σταλαγματιά,
μια σταλαγματιά σταλαγμίτης, στις υπάρξεις των νυχτών
στους δρόμους, δε, κυλούν χλιαρά νερά
για να μουσκέψουν τις σκιες και σκέψεις
επάνω σε τοίχους και σε σκισμένα παλιόχαρτα,
γιατι για κάθε σκέψη που μαραίνει, μια σταγόνα βρίσκει πάνω της
τσουλήθρα στις χαραγματιές του 21ου αιώνα.