Sunday, July 29, 2012

Αφιερωμένο στην.

 Σαν μυρωδιά ομίχλης που φτηνά μου σαλεύει πάνω στ’αμάξι
της ξαστεριάς μου μοναξιά τ’αγέρι ερήμωσε το τρύγισμα της αυγής
που δια βοών ετρύπωσε στην ξενιτιά μου, πόνο και στοργή να δώσει
κι η Αίγυπτος φαντάστηκε να σβήνει στα καντήλια μου δα
με αυτό το μούδιασμα των καραβιών, στις αντηλιές των κυμάτων που οργιάσαντων καραβιών, στις μάνεσςςςυ ξεψeling, the darkness seemed to materialize and the windows that provided an easy way for the moon
τα ξεραμένα τούτα δω βρέγμενα της Αλεξάνδρειας φρούτα
φριχτά μ’ουρλιάζουν επάνω στην δροσιά μου που με καίει, στην φλόγα
που δροσίζει τα χτικιά μου
τα ζαρωμένα μέταλλα πια για μένα κραδαίνουνε τα δάκρυα
για τους ωκεανούς που θαφτήκαν μηδένας λόγος και βοή
που θα ναι μόνοι τους, στην σκιά του Καισαρίωνα μου, φριχτή οπτασία
στην πόρτα δα μικρός ο ήλιος
κι η Κλεοπάτρα μου δεν είναι πια στα αστέρια
Για Φαραώ δεν γίνεται πια, ουτε λόγος.

1 comment:

Anonymous said...

για κανέναν πάνω δεν είναι εύκολα κάτω